Εκκλησία και Πολιτεία η κρίση του 1987
Με τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο και τον Αρχιεπίσκοπο | Απονομή χρυσού Φοίνικα του Αγίου Τάφου |
Η έκδοση κανονικού επιτίμιου κατά του Γιώργου Ανωμερίτη απο την Ιεραρχία
Όσο κι αν φαίνεται παράξενο η κρίση στις σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας δεν ξέσπασε για το ουσιώδες μέρος του Ν. 1700/87, που αφορούσε την ακίνητη μοναστηριακή περιουσία την οποία "αξιοποιούσε" ο ΟΔΕΠ. Κι αυτο γιατί στο Θέμα αυτο είχε εξευρεβεί φόρμουλα λύσης μεταξύ των Νομικών Συμβούλων του Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ και του Πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου, κ.κ. Γ. Λιλαίου και Γ. Κασιμάτη.
Η κρίση ξέσπασε όταν ο αρμόδιος Υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων Αντ. Τρίτσης πρόσθεσε στο άρθρο 8 του Ν. 1700/87 την περίφημη διάταξη για την εκλογή των εκκλησιαστικών συμβουλίων, που προκάλεσε την αντίδραση του Ιερατείου, το οποίο θεωρούσε οτι η Πολιτεία με αυτον τον τρόπο αναμιγνύεται στα εσωτερικά της Θέματα.
Είναι γεγονός οτι τα μητροπολιτικά και εκκλησιαστικά συμβούλια στις πρωτοχριστιανικές εκκλησίες (σήμερα ακόμα και στην Κύπρο) εκλέγονται από τους πιστούς. Μια όμως τέτοια καινοτομία, σε μια εκκλησία δεσποτική, που δεν έχει τέτοια παράδοση και σε μια κοινωνία έντονα κομματικοποιημένη, ήταν σίγουρο οτι Θα προκαλούσε προβλήματα.
Δυστυχώς ο Υπουργός, με όλα τα ορμητικά και φανατικά στοιχεία του χαρακτήρα του, δεν διείδε "πολιτικά" τα "εκκλησιαστικά" και οδήγησε σε σύγκρουση την Πολιτεία με την Εκκλησία κυριολεκτικά χωρίς λόγο, αφού στο κύριο Θέμα που αφορούσε την εκκλησιαστική περιουσία και τον περίφημο ΟΔΕΠ μερική συμφωνία είχε επέλθει.
Πράγματι σύμφωνα με το Ν. 1700 που δημοσιεύτηκε στις 6 Μαίου 1987 (ΦΕΚ 61, τεύχος πρώτο), με θέμα ρύθμιση θεμάτων εκκλησιαστικής περιουσίας ξεκίνησε η προσπάθεια αξιοποίησης της περιουσίας του ΟΔΕΠ, την οποία διάφοροι αρχιμανδρίτες και "εταιρίες" της ιερωνυμικής χούντας, είχαν ξεπουλήσει.
Με βάση το Νόμο, με ομόφωνη απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργικού Συμβουλίου, ορίσΘηκε το πρώτο Διοικητικο Συμβούλιο του ΟΔΕΠ, με Πρόεδρο τον κ. Γιώργο Ανωμερίτη, τοτε Διοικητή της Κτηματικής Τράπεζας αλλά με πλούσια προοδευτική - χριστιανική παρουσία (Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών και ΧΑΝ) και γνώση των θεμάτων της εκκλησίας και τακτικά μέλη τον πατέρα Γεώργιο Πυρουνάκη, κ. Κ. Σοφούλη, κ. Κ. Γεωργουτσάκο, κ. Φ. Παναγιωτόπουλο και τους κοσμήτορες της Οεολογικής κ.κ. Β. Τσάκωνα και Ν. Ζαχαρόπουλο. Στόχος η χρηστή διαχείριση της περιουσίας του ΟΔΕΠ προς όφελος της εθνικής οικονομίας και της εκκλησίας. Το νέο Δ.Σ. του ΟΔΕΠ ανέλαβε τα καθήκοντά του στις 21.7.87.
Με την εγκαΘίδρυση του νέου Δ.Σ. ξέσπασε η μεγάλη κρίση. Παρά τις προσεκτικές κινήσεις του νέου Δ.Σ. του ΟΔΕΠ, την πλήρη συμπαράσταση των εργαζομένων του ΟΔΕΠ, μόλις άρχισε το ουσιαστικό του έργο, η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας και Εκκλησίας της Ελλάδος προχώρησε σε σειρά αντικρατικών ενεργειών, κορύφωση της οποίας ήταν στις 18/19 Αυγούστου 1987, η έκδοση Κανονικού Επιτίμιου (μικρού αφορισμού) κατά του Προέδρου του ΟΔΕΠ Γιώργου Ανωμερίτη και των 6 μελών του νέου Δ.Σ.
Το Δ.Σ. του ΟΔΕΠ παρά τη νόμιμη συγκροτησή του, αν και συνήλβε σε 9 συνεδριάσεις, δεν μπόρεσε παρά μόνο σε μια να εργασθεί κανονικά στα γραφεία του ΟΔΕΠ στη Μονή Πετράκη, προκαλώντας την μήνη, της Ιεράς Συνοδου.
Έντονες υπήρξαν τότε οι αντιδράσεις Τύπου και Πολιτών στο Μεσαιωνικό θεσμό του αφορισμού. Μεταξύ αυτών και η προσφυγή του Γ. Ανωμερίτη στο Συμβούλιο Επικρατείας, με στόχο την αποτροπή δυαρχίας στην Πολιτεία και προσβολής των δικαιωμάτων των πολιτών, όταν αυτοί υπακούουν στο Σύνταγμα και τους Νόμους (Νομικοί σύμβουλοι οι κ.κ. Β. Βενιζέλος και Χριστ. Αργυρόπουλος).
Κάτω απο την κατακραυγή ακόμα και Ιεραρχών, η Ιερά Σύνοδος αναγκάστηκε στην ΙΗ' Συνεδρίασή της την 1-3-1988, να προχωρήσει σε άρση του Επιτιμίου, που σε στιγμές φανατισμού είχε επιβάλει, όχι φυσικά σε εκείνους που ψήφισαν τον Νόμο, αλλά στα μέλη του Δ.Σ. του ΟΔΕΠ, που εκτελούσαν προς το συμφέρον Πολιτείας και Εκκλησίας τις αποφάσεις της Βουλής.
Ακόμα πάντως και σήμερα έχει δημιουργηθεί ένα τεράστιο νομικό κενό, αφού το 1987 στην ουσία υπήρξε ένα νόμιμο Όργανο βάσει του Νόμου με τον οποίο ορίστηκε το Δ.Σ. του ΟΔΕΠ, που έλαβε αποφάσεις που δεν εκτελέστηκαν και ενός μη νόμιμου οργάνου που έλαβε αποφάσεις, που κινδυνεύουν ακομα και σήμερα να χαρακτηριστούν άκυρες.
Η σταθερή και πάγια θέση του Γ.Ανωμερίτη για τον λειτουργικό διαχωρισμό των θεμάτων Εκκλησίας-Πολιτείας, εκτός των θεμάτων αρχών του άρθρου 3 του Συντάγματος για λόγους ιστορικούς , βρίσκει την αιτιολογία της στις διαφορετικές έννοιες του πολίτη και του πιστού, ως ανοδόχων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων προς δύο διαφορετικές αρχές.
Οι θέσεις του αυτές, καθώς και εκείνες για την Ορθοδοξία και τον Ελληνισμό, έχουν πολλές φορές καταγραφή διαχρονικά από το 1963. Εξάλλου ο Γιώργος Ανωμερίτης έχει τιμηθεί με το παράσημο του χρυσού Φοίνικα του Αγίου Τάφου, με μετάλλια και χρυσούς σταυρούς από πλείστες Μητροπόλεις, με αναθέματα και έγγραφα για το έργο του απο τους Οικουμενικούς Πατριάρχες Δημήτριο και Βαρθολομαίο κλπ.